Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Τα Ψεύδη των Τεκτόνων και η Θέση της Εκκλησίας



Η μασονία γνώρισε νωρίς διωγμούς και επίκριση της ιδεολογίας και των τακτικών της. Όμως κατόρθωσε να περιλάβει στους κόλπους της, ιδιαίτερα κατά τον ΙΘ΄ αιώνα, πρίγκιπες, βασιλείς, αυτοκράτορες, εκπαιδευτικούς, κληρικούς. Ας δούμε όμως πιο λεπτομερώς τη στάση τής Εκκλησίας απέναντι σ’ αύτή την κίνηση:
1. Η ΔΥΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Η μασονία θεωρήθηκε από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ως ασυμβίβαστη προς την χριστιανική πίστη. Ο πάπας Κλήμης ΙΒ’ κατά το έτος 1738 αφόρισε την οργάνωση αυτή. Το 1754 ο αφορισμός ανανεώθηκε. Ακολούθησαν διωγμοί και από μέρους τής Πολιτείας. Στη Γαλλία ο μασονισμός συνδέθηκε με τηνάρνηση τού Θεού. Από μέρους τής μασονίας κατεβλήθη προσπάθεια αποβολής τής Εκκλησίας από την δημόσια ζωή. Ο πάπας Leo IΓ΄΄ με την βούλα τού Humanum Genus (1884), χαρακτήρισε τη μασονία ως αντιεκκλησία, που ιδρύθηκε από τη ζηλοφθονία τού Διαβόλου, με επίκεντρο την έχθρα εναντίον τής Εκκλησίας. Κατά την παπική βούλα οι μασόνοι θέλουν να καταβιβάσουν το γάμο σε συνήθη συμβόλαιο, να χωρίσουν την Εκκλησία από την Πολιτεία και να απωθήσουν τη χριστιανική διδασκαλία από τη δημόσια ζωή. Ο Codex Juris Canonici, το Κανονικό Δίκαιο τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (1917), προβλέπει για τούς μασόνους τον αφορισμό.
Μετά την Β’ Σύνοδο του Βατικανού, το 1974, η Kogregatio Πίστεως καθόρισε πως οι νόμοι για τούς μασόνους ισχύουν στην περίπτωση που κάποιος προέβη πράγματι σε αντιεκκλησιαστική ενέργεια. Όμως η Γερμανική Επισκοπική Σύνοδος καθόρισε το 1986 πως η ταυτόχρονη συμμετοχή στην Καθολική Εκκλησία και στη μασονίααποκλείεται. Ο νέος Codex Juris Canonici (1983) δεν αναφέρεται ονομαστικά στη μασονία, αλλά γενικά στη συμμετοχή σε εταιρείες, που δρουν εναντίον τής Εκκλησίας.
2. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ. Στο θέμα τής μασονίας η Εκκλησία τής Ελλάδος έλαβε επίσημη θέση και μάλιστα δύο φορές. Κατ’ αρχήν η Σύνοδος τής Ιεραρχίας ασχολήθηκε με το θέμα αυτό κατά την συνεδρία τής 7ης ‘Οκτωβρίου 1933 και εξέδωκε ειδική «Πράξη» (Εκκλησία 48/1933, σ. 37-39). Το κείμενο αυτό κάνει λόγο περί «διεθνούς μυητικού οργανισμού» και «μυσταγωγικού συστήματος, όπερ υπομιμνήσκει τας παλαιάς εθνικάς μυστηριακάς θρησκείας ή λατρείας, από των οποίων κατάγεται και των οποίων συνέχειαν και αναβίωσιν αποτελεί». Το κείμενο αναφέρεται σε μαρτυρίες μασονικών κειμένων και κατοχυρώνει τη θέση της «εκ των εν ταις μυήσεσιν δρωμένων και τελουμένων».
Για την μύηση τού τρίτου βαθμού αναφέρεται πως αποτελεί «δραματικήν αφήγησιν τού θανάτου τού πάτρωνος τής μασονίας Χιράμ και είδος τι μιμητικής επαναλήψεωςτου θανάτου τούτου. Ούτως η Μασονία αποδεδειγμένως τυγχάνει θρησκεία μυστηριακή, όλως διάφορος, χωρισμένη και ξένη τής Χριστιανικής Θρησκείας». Η Μασονία, λέγει στη συνέχεια το κείμενο, έχει θρησκευτικές τελετές, όπως το τεκτονικό βάπτισμα, ο τεκτονικός γάμος, το τεκτονικό μνημόσυνο, τα εγκαίνια τού τεκτονικού ναού κ.α. Έχει μυήσεις, τελετουργικά τυπικά, δική της ιεραρχική τάξη, εορτές ηλιοστασίων, θρησκευτικά συμπόσια και μπορεί να καταταχθεί στο χώρο τής θρησκευτικής φυσιολατρείας.
Η Ιερά Σύνοδος κατηγορεί την μασονία για συγκρητισμό, πράγμα που επιβεβαιώνει την καταγωγή της από τα αρχαία ειδωλολατρικά μυστήρια, τα οποία εδέχοντο στις μυήσεις των κάθε λάτρη, οποιουδήποτε θεού. με το να ζητεί ή μασονία να συμπεριλάβει στους κόλπους της ολόκληρη την ανθρωπότητα, με την υπόσχεση πως θα τής προσφέρει «ηθικοποίησιν και τελειοποίησιν και γνώσιν τής αληθείας, ανυψοί ανεπαισθήτως εαυτήν εις είδος τι υπερθρησκείας, θεωρούσα πάσας τας θρησκείας, μηδέ της χριστιανικής τοιαύτης εξαιρουμένης ως υποδεεστέρας αυτής. Υποτρέφει δε ούτω εις τούς μύστας αυτής το φρόνημα, ότι μόνον εν τοις μασονικοίς εργαστηρίοις γίνεται η κατεργασία και λείανσις τού αξέστου και ακατεργάστου λίθου».
Οι αξιώσεις τής μασονίας περί υπερθρησκείας αποδεικνύονται και από το γεγονός ότι δημιουργεί μια αδελφότητα, την οποία θεωρεί ότι εξυψώνεται πάνω από κάθε άλλη που βρίσκεται έξω, ακόμη κι αν πρόκειται για χριστιανική, ως αδελφότητα που αποτελείται από βέβηλους. Με τη μασονική μύηση ο χριστιανός γίνεται αδελφός τού μυημένου οθωμανού ή βουδιστή ή οποιουδήποτε ορθολογιστή, ενώ ο χριστιανός που δεν έχει μυηθεί στη μασονία λογίζεται γι’ αυτόν βέβηλος.
Η «Πράξις» της Ιεραρχίας αναφέρεται στην καταδικαστική στάση τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των Προτεσταντικών Εκκλησιών και μνημονεύει την σχετική αναφορά τής «Διορθοδόξου Επιτροπής» που συνήλθε στο Άγιο Όρος και χαρακτήρισε τη μασονία ως "σύστημα αντιχριστιανικόν και πεπλανημένον". Κατά την θέση που πήρε ο τότε Αρχιεπίσκοπος τής Ελλάδος Χρυσόστομος, και η οποία υπογραμμίζεται στην «Πράξιν», κληρικοί που μετέχουν τής μασονίας είναι άξιοι καθαιρέσεως.
Η απόφαση αυτή τής Ιεραρχίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος ανανεώθηκε με μία νέα, που ελήφθη κατά την 28ην Νοεμβρίου 1972 και χαρακτηρίσθηκε «αυθεντικό κείμενο αυτής». Γι’ αυτό και η Ιεραρχία «εμμένει απολύτως εις τα εν τη Πράξει οριζόμενα περί Μασονίας. Διακηρύσσει και αύθις ότι η Μασονία είναι αποδεδειγμένως θρησκεία μυστηριακή, προέκτασις των παλαιών ειδωλολατρικών θρησκειών, όλως ξένη και αντίθετος προς την εξ αποκαλύψεως σωτηριώδη αλήθειαν της Αγίας ημών Εκκλησίας. Διαδηλοί κατηγορηματικώς ότι η ιδιότης τού Μασόνου υπό οιανδήποτε μορφήν είναι ασυμβίβαστος προς την ιδιότητα του χριστιανού μέλους τού Σώματος τού Χριστού».
Η νέα αυτή απόφαση μνημονεύει και επαινεί την υπ’ αριθ. 260/1.12.1969 απόφαση τού Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία η μασονία κατεδικάσθη «ως θρησκεία μυστική, μη γνωστή», καθώς και την ανακοίνωση τής Ιεράς Συνόδου, που δημοσιεύθηκε στη «Φωνή τού Κυρίου» (13.5.1970), όπου η μασονία στηλιτεύεται ως θρησκεία.
Κλείνοντας το θέμα, παρατηρούμε πως κατά τον ισχυρισμό των μασόνων, τουλάχιστον τού «κανονικού συστήματος», η μασονία δεν είναι θρησκευτική κίνηση και δεν διαθέτει διεθνείς ιεραρχικές δομές. Αλλά ακόμη κι’ αν αυτό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, το μασονικό οικοδόμημα δεν συμβιβάζεται με τη χριστιανική πίστη.
Κατ’ αρχήν υπογραμμίζεται ότι το τελετουργικό αποτελεί είδος εμπειρίας πνευματικής εμβάθυνσης και προσωπικού «εξευγενισμού», μετατροπής του «λίθου» από την κατάσταση του «ακατέργαστου» σε «κατεργασμένου», δηλαδή τής «προσωπικής τελειώσεως». Αλλά αυτός ο δρόμος τής μασονίας είναι αντίθετος με τον χριστιανικό.
Η μασονική εμπειρία δεν οδηγεί τον άνθρωπο πέρα από την εμπειρία του εαυτού του ή τής κοινωνίας των «αδελφών». δεν ξεπερνάει την κτιστή πραγματικότητα και εγκαταλείπει τον άνθρωπο μόνο. Για τον χριστιανό δεν υπάρχει τελείωση έξω από τη συμμετοχή του στη ζωή του Θεού «εν Χριστώ Ιησού». Η αγιότητα ανήκει στον Χριστό («εις άγιος») και κατ’ επέκταση και σε εκείνους που μετέχουν τής ζωής τού Χριστού. Είναι αγιότητα «κατά μετοχήν» και όχι ανεξάρτητη από τη χριστιανική πίστη και από το φρόνημα του Χριστού.
Με το άγιο βάπτισμα προσλαμβάνεται ο πιστός στο Σώμα του Χριστού και γίνεται «εις εν Χριστώ» με όλα τα άλλα μέλη τού ίδιου Σώματος, γίνεται «μέλος εκ μέρους». δεν μπορεί να δεχθεί τη μασονική μύηση και την αντίληψη πως αυτή τον οδηγεί πέρα από το χώρο τού «βέβηλου» και τον καθιστά πνευματικό αδελφό με τον πιστό του Ισλάμ ή όποιας θρησκείας.
Εμείς οι χριστιανοί πιστεύουμε πως γινόμαστε παιδιά του Θεού μόνο όταν λάβουμε το πνεύμα τής υιοθεσίας, δια του οποίου εντασσόμαστε στο Σώμα τού Χριστού με το άγιο βάπτισμα (Γαλ. γ’ 26). Μόνο τότε γινόμαστε «κατ’ επαγγελίαν κληρονόμοι». Το Άγιο Πνεύμα, πού ονομάζεται και «Πνεύμα Χριστού», «συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού. Ει δε τέκνα, και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού» (Ρωμ. η’ 17). Το να αξιολογήσει κανείς τη μασονική μύηση πάνω από το χριστιανικό βάπτισμα, αποτελεί βλασφημία εναντίον τού Αγίου Πνεύματος. Η μασονία δεν συνδέει τις ηθικές αξίες, τις οποίες κηρύττει με μία συγκεκριμένη πίστη σε Θεό. Η περί Θεού εικόνα («Μέγας Αρχιτέκτων του Σύμπαντος») προσδιορίζεται εντελώς υποκειμενικά, από τον καθένα μασόνο, ανάλογα με τις προσωπικές του θρησκευτικές πεποιθήσεις. Η κατανόηση τού ανθρώπου και τής ζωής, όπως άλλωστε και ή περί Θεού αντίληψη, ξεπερνούν τα όρια μιας συγκεκριμένης πίστης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η χριστιανική πίστη σχετικοποιείται και εξισώνεται αξιολογικά με την πίστη του Ισλάμ, με το βουδισμό κ.ο.κ. Όποιος ζει «σωστά», λογίζεται και «σωστός» απέναντι στο Θεό...
Η θέση αυτή δεν ταυτίζεται με την διδασκαλία τής χριστιανικής αγίας Γραφής και με την πίστη στον Τριαδικό Θεό. Εδώ η χριστιανική Βίβλος δεν είναι πλέον η μοναδική Θεία αποκάλυψη. Εναλλάσσεται με το Κοράνι, τις Βέδες κ.ο.κ. Είναι «ένα» από τα πολλά «ιερά βιβλία»! Η χριστιανική πίστη δεν είναι η μόνη και βεβαία οδός σωτηρίας, αλλά μία από τις πολλές «ατραπούς». Όλες οι θρησκείες οδηγούν «στον ίδιο σκοπό». Μ’ αυτό τον τρόπο τα είδωλα γίνονται αντανάκλαση τής «μιας θεότητας», τού «Μεγάλου Αρχιτέκτονα των Κόσμων», ο οποίος είναι «ανοικτός» για όλες τις Θεότητες. Εδώ πλέον δεν ισχύει η φράση, που αναφέρεται στον Ιησού Χριστό: «εν αυτώ κατοικεί πάν το πλήρωμα τής Θεότητος σωματικώς». Ο απόστολος το υπογράμμισε αυτό για να προφυλάξει τούς πιστούς από την ψευδή σοφία. Γι’ αυτό και αναφέρει προηγουμένως: «Προσέχετε μήπως σάς παρασύρει κανείς με τη φιλοσοφία και με κούφια απατηλά πράγματα, κατά την παράδοση των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία τού κόσμου και όχι κατά Χριστόν» (Κολ. β’ 8-9).
Απ’ όσα αναφέρουμε γίνεται σαφές ότι η Μασονία είναι ασυμβίβαστη με τη Χριστιανική πίστη και την ιδιότητα τού Ορθοδόξου Χριστιανού. Ιδιαίτερα επισημαίνουμε τον κίνδυνο διαβρώσεως τού ποιμαντικού έργου και ακυρώσεις τού μηνύματος τού Ευαγγελίου και τής εν Χριστώ ελπίδος.
Όπως και άλλες αποκρυφιστικές ομάδες, οι τέκτονες εγκαταλείπουν τον άνθρωπο εντελώς μόνο στην προσπάθειά του να βρει το αληθινό νόημα τής ζωής και να το πραγματώσει. Αυτό είναι δυνατόν μόνον δια τής θείας χάριτος, δια τής δωρεάς τού Χριστού. Ο λόγος του Κυρίου «ουδείς έρχεται προς τον πατέρα ει μη δι’ εμού» (Ιωάν. ιδ’ 6) βρίσκει εδώ πλήρη εφαρμογή